Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Ο καστανάς και η έπαρση της σημαίας



Ο καστανάς και η έπαρση της σημαίας


«Πώς να σηκωθώ κύριε;  Της τα έδωσα της Πατρίδος και τα δύο μου πόδια…»


Γράφει ο Δημήτρης Ντούλιας*


Ήμουν στο Ναυτικό το 1952 και βρισκόμουνα στη Πλατεία Κλαυθμώνος, όχι όπως είναι σήμερα. Οι νεότεροι δεν γνωρίζουν πάρα πολλά από τα παλιά και απορούν οπόταν ακούν ορισμένα γεγονότα του τότε.

Εκείνη τη στιγμή έπεφτε ο ήλιος και θα γνωρίζετε ότι με τη δύση του, γίνεται υποστολή της σημαίας. Τότε το Υπουργείο Ναυτικού ήταν εκεί και η σημαία κυμάτιζε ακόμα στο κτήριο. Σήμερα είναι άλλες υπηρεσίες του Ναυτικού. Τότε πάντα κάθε πρωί, θα θυμούνται οι παλιοί, γινόταν έπαρση σημαίας και σταματούσαν τα…πάντα, όπως και στη δύση του ηλίου γινόταν υποστολή.

Ήταν στιγμές ωραίες, απίθανες που ζούσαν τότε οι άνθρωποι.

Το άγημα αποδόσεως τιμών στο χώρο του, και ακούμε το σαλπιγκτή να δίνει το σύνθημα για την υποστολή της σημαίας. Το άγημα παρουσιάζει όπλα. Ο αξιωματικός χαιρετά και παίζεται ο Θούριος. Όλοι οι παριστάμενοι εκεί και οι περαστικοί, όπως και εγώ σταθήκαμε σε στάση προσοχής.

Αποδίδεις με αυτό τον τρόπο την τιμή στο ιερό μας σύμβολο, στη γαλανόλευκη σημαία. Εκείνη τη στιγμή που ο αρμόδιος αξιωματικός χαιρετά, η ματιά του πέφτει λοξά και βλέπει κάτι παράξενο, και η ψυχή του ταράζεται, για αυτό που θα σας πω παρακάτω.

Τελειώνοντας η διαδικασία της υποστολής της σημαίας, οι διαβάτες συνεχίζουν το δρόμο τους, ενώ εγώ παρέμεινα από συνήθεια λίγο ακόμα.

Τότε βλέπω το νεαρό αξιωματικό να κατευθύνεται θυμωμένος προς ένα γεροδεμένο πλανόδιο καστανά. Βλέπετε τότε η πλατεία ήταν κενή και στις γωνίες ήταν πάντα στιλβωτές (λούστροι) και καστανάδες που μας λείπουν τώρα.

Και του είπε : «Γιατί δεν σηκώθηκες όρθιος για να τιμήσεις τη σημαία μας; Δεν έχεις φιλότιμο; κλπ «.

Ο άνθρωπος έμεινε βουβός, εγώ παρακολούθησα έντρομος και φοβερά συγκλονισμένος το τι έγινε. Κατόπιν βλέπω τον καστανά που έγινε κατακόκκινος και άρχισε να τρέμει. Ήθελε να φωνάξει, αλλά βλέπω με έκπληξη ότι συγκρατείται.

Σκύβοντας το κεφάλι του άρχισε να κλαίει με λυγμούς.

Λίγη ώρα μετά συνέρχεται, σκουπίζει τα δάκρυα του και με πολλή δύναμη των χεριών του (αυτά ήταν γερά) στυλώνει το σώμα του δυνατά, σπρώχνει τον πάγκο του με τα κάστανα μπροστά και φωνάζει με όλη τη ψυχή του, στο νεαρό αξιωματικό δυνατά :

«Πώς να σηκωθώ κύριε; Της τα έδωσα της Πατρίδας και τα δύο» και σηκώνει τα μπατζάκια του παντελονιού οπού φάνηκαν δύο πόδια κομμένα πάνω από το γόνατα.

Και ξαναρχίζει να κλαίει. Ο κόσμος όπως και εγώ γύρω του κλαίει και χειροκροτεί, όμως περισσότερο από όλους κλαίει ο νεαρός αξιωματικός.

Έχουν περάσει από τότε περίπου 60 χρόνια. Ποιος ξέρει τι γίνεται. Εκείνη τη στιγμή έγινε κάτι το αλησμόνητο, φοβερή σκηνή για Όσκαρ. Ο αξιωματικός σκύβει και αγκαλιάζει και φιλά τον καστανά, και στη συνέχεια στέκεται ευθυτενής μπροστά στον ήρωα και φέρνει το δεξί του χέρι στην άκρη του γείσου του πηλικίου του και τον χαιρετά στρατιωτικά.

Του απονέμει «τας κεκανονισμένας τιμάς» που δεν μπόρεσε εκείνος τυπικά να αποδώσει στη σημαία μας, γιατί της χάρισε και τα δύο πόδια στα βορειοηπειρώτικα βουνά μας για να μπορεί να κυματίζει σήμερα ψηλά η κυανόλευκη σημαία σε λεύτερη πατρίδα.

Και οι άλλοι, οι πολλοί να μπορούν να πηγαίνουν με γρήγορο βήμα στις ειρηνικές απασχολήσεις τους, χωρίς να γνωρίζουν ότι περνούν μπροστά από έναν ήρωα του αλβανικού μετώπου, τον Έλληνα ήρωα πολεμιστή, όποιο επάγγελμα και να χει.

Άλλοι δεν μιλούν, άλλοι όμως ειρωνεύονται.

Γι’ αυτό οι νέες γενιές πρέπει να μάθουν, να διδαχθούν από την οικογένεια και το Σχολείο για το Έπος του 1940.

Για το καλό της Πατρίδας μας…

*Ο Δημήτρης Ντούλιας είναι Πλωτάρχης του Πολεμικού Ναυτικού εν αποστρατεία

Σαν ελάχιστη προσφορά στη μνήμη των αγωνιστών του 1940, σας αποστέλλω αυτή την ιστορία που δημοσιεύεται στο τεύχος του Οκτωβρίου της Ναυτικής Ελλάδος.


epirus-ellas.gr

Το διαβάσαμε εδώ :


Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΓΓ. ΒΛΑΧΟΥ : ΤΟ ΣΤΙΛΕΤΟΝ



Αναρτούμε σήμερα λόγω του αυριανού εορτασμού της επετείου του ΟΧΙ το παρακάτω σημαντικό ιστορικό άρθρο του Γεωργίου Αγγ. Βλάχου που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" της 28ης Οκτωβρίου 1940. Το άρθρο αυτό είναι σημαντικό γιατί είναι σαν να γράφτηκε από ολόκληρο τον Ελληνικό λαό και είναι η απάντηση όλων των γενεών των Ελλήνων σε αυτούς που επιβουλεύονται την ελευθερία του . 


Το άρθρο δημοσιεύεται αυτούσιο σε πολυτονική ορθογραφία και στην τότε επικρατούσα δημοσιογραφική γλώσσα




ΤΟ ΣΤΙΛΕΤΟΝ


Τν πόλεμον ατν δν τν ζητήσαμεν, δν τν προεκαλέσαμεν, δν τν θελήσαμεν. Μς πεβλήθη. Μς πεβλήθη κατ τν χυδαιότερον, κατ τν σκαιότερον τρόπον. μα μειναν ο προπηλακισμο ναπάντητοι, μα κούσθησαν μ σιωπηλν πάθειαν α προκλήσεις, μα κατεβλήθη προσπάθεια πως γνοηθ κα ατ ταυτότης τν γενναίων ο ποοι πνιξαν γκυροβολημενην τν «λλην», ες τ τέλος, πειδ φόβος πρχε μ α βρεις, α συκοφαντίαι κα ο πνιγμο δν χρησιμεύσουν κα δν γίνη πόλεμος, κατέφθασε χθς κ. Γκράτσι ες τν οκον το Πρωθυπουργο τς λλάδος, ες τς τρες τ πρωί, κα το ζήτησε, προχείρως, τν δειαν ν μς καταλάβη. Τν δειαν ν καταλάβη τν Κέρκυραν, τν πειρον, τν Κρήτην, τν Πειραι, κάτι «στρατηγικ σημεα», χρήσιμα ες τος ταλούς. Κα ταν κα ες ατ τ αθαδες ατημά του δν δόθη μέσως πάντησις, μέσως δήλωσεν τι μετ ρας τρες ο ταλο θ εσέβαλλον ες τ δαφός μας.


- Τότε ποτελε κήρυξιν πολέμου τ διάβημά σας;


πρεσβευτς δν πήντησεν, λλ περ τ ξημερώματα -μετ ρας χι κν τρες λλ δύο- πήντησαν π ξηρς κα έρος ο ταλοί. πάνω, δι τν συνόρων τς ποδούλου των λβανίας, πεχείρησαν ν προσβάλουν τς θέσεις μας. δ, φθασαν μ τ εροπλάνα των κα τς βόμβας των κα κτύπησαν τς Πάτρας, τν Κόρινθον, τ Τατόι. Διατί;... Διότι κατ βάθος εναι μωροί. Διότι, χοντες νάγκην ν νικήσουν ες ατν τουλάχιστον τν πόλεμον κάτι, πίστευσαν τι δ, ες τν λλάδα, θ τος δοθ εκολος νίκη, κα τι δ θ συναντήσουν νθρώπους ο ποοι θ τακτοποιήσουν μ τος ριθμος τν τιμν των κα θ μετρήσουν τ σα χουν πυροβόλα κα εροπλάνα κα ρματα μάχης καί, μα πεισθον τι δν χουν οδ τ δέκατον κείνων τ ποα διαθέτουν ο ταλοί, θ παραδώσουν τν γν των ες τος στρατος των μαχητ κα μαχητ τς παρειάς των ες τος κόλαφους των.


λλ διατ πρν δ κινηθ πρς τν πρωθυπουργικν οκον φαιδρότατος ντιπρόσωπς των κα κινηθ κε ες τν πειρον στρατός των, δν ρριπτον ν πρόχειρον βλέμμα ες τν λληνικν στορίαν;... Πότε λλς παρεδόθη μαχητί; Πότε νικήθη πρν ποτίση τ χμα της μ τν τελευταίαν ρανίδα το αματός της; Ες ποαν στιγμν καμε λογαριασμος τν δυνάμεών της πρς τς δυνάμεις το ντιπλου της, δι ν μάθη πειτα ν χη τν δυνατότητα ν περασπίση τν τιμήν της; Κράτος μικρν μ στορίαν μεγστην, μήτηρ θηλάσασα τν φήλιον, φάρος λαμπροτάτου φωτός, λλάς, καταυγάσασα τος αἰῶνας, δωσεν ες λην τν νθρωπότητα χι μόνον τν ζωήν, τ φς, τν πολιτισμόν, τ γράμματα κα τς τέχνας, λλ κα τ παράδειγμα τς ατοθυσίας κα το ρωισμο, τν Σαλαμνα, τς Θερμοπύλας, τ Ζάλογγον, τ Σολι, τ Μεσολόγγι...


Κληρονόμοι πλούτου τόσον μεγάλου, βαρες π τν φόρτον τόσων θρύλων κα τόσων παραδόσεων, πς μς φαντάσθησαν τώρα κύπτοντας μπρς ες τ κατάστιχα τν πετρελαίων κα τς βενζίνης κα τν μηχανοκίνητων μονάδων κα ποφασίζοντας ν παραδώσωμεν τν στορίαν μας ες τος ριθμος κα ες τ πετρέλαια τν τιμήν μας;...




***


Θ ποθάνωμεν λοι. Χωρς ν πρέπη, χωρς ν τ θέλωμεν. Διότι ταν πόλεμος ξερράγη, ταν ο σχυρο συνεπλάκησαν, προσεπαθήσαμεν παντ τρόπ ν χωμεν τν πτωχήν μας ετυχίαν ες μίαν γωνίαν πυρόβλητον κα τιμίαν. Δν εχομεν χθρότητας, δν εχομεν μίση. θελήσαμεν ν μείνωμεν ξω του γνος τν λλων, πιβάλλοντες σιωπν κα ες ατος τος παλμος τς καρδίας μας. Δν προεκαλέσαμεν κανένα, δν πατήσαμεν κανένα, δν θελήσαμεν οδ στόχοι πονοιν ν πάρξωμεν πέναντι οδενός. λλ᾿ λλως δοξεν ες τν Μοραν κα ες τος αωνίους Βρούτους ατς τς γς. κε ες τν γωνίαν που λπίζαμεν τι δν θ μς φθάσουν α σφαραι κα τ θραύσματα τν βίδων, παρουσιάσθη ξαφνικ τ στιλέτον. Θ τ ποδεχθμεν -τ πεδέχθημεν δη- μ τ μέτωπον ψηλά, μ τ στθος προτεταμένον, μ τς χείρας νόπλους, μ κάτι νώτερον π τν χάλυβα, τ εροπλάνα κα τ πετρέλαιον: μ τ θάρρος κα μ τ πτερ τς ψυχς. Θ ποθάνωμεν λοι, χωρς ν πρέπη κα χωρς ν τ θέλωμεν. Κα ν ο ταλο κατορθώσουν ν νικήσουν να λαν ποος χει ποφασίσει ν ποθάνη, , τότε θ εναι π αώνων πρώτη μεγάλη κα παράδοξος νίκη των. λλ᾿ ατ δν θ συμβ. λλς θ νικήση, θ νικήση ατοθυσία, τ θάρρος, δέα -κα τ στιλέτον θ ττηθ.



Γ.Α.Β.



Από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

της 28ης Οκτωβρίου 1940