Τρίτη 30 Απριλίου 2019

30.4.1945 : Ένας θάνατος γεμάτος φόβο για τον Αδόλφο Χίτλερ





30.4.1945 : Ένας θάνατος γεμάτος φόβο για τον Αδόλφο Χίτλερ


Προκειμένου να πραγματοποιήσει τις ιδέες του και την πολιτική του, ο Αδόλφος Χίτλερ ανεβαίνοντας στην ηγεσία της Γερμανίας ξεκίνησε έναν παράλογο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος στοίχισε τη ζωή σε 55 εκατομμύρια ανθρώπους ενώ ακόμα περισσότεροι άνθρωποι, στρατιώτες και πολίτες, τραυματίστηκαν, έμειναν άστεγοι, απελάθηκαν, εξορίστηκαν, φυλακίστηκαν ή κάηκαν στα ναζιστικά κρεματόρια.

Στις 6 Ιουνίου του 1944 οι δυτικοί Σύμμαχοι έκαναν απόβαση στη Νορμανδία και σιγά – σιγά έσφιγγαν μαζί με τους Σοβιετικούς την μέγγενη γύρω από τον Χίτλερ προκαλώντας σημαντικές απώλειες στους Γερμανούς. Ήταν το αποτέλεσμα των λανθασμένων  στρατηγικών αποφάσεων του Χίτλερ, που περιείχαν σοβαρότατα λάθη και συνέβαιναν την ώρα που η ναζιστική προπαγάνδα τον υμνούσε ως τον «μεγαλύτερο στρατηλάτη όλων των εποχών».

Παρ' όλες τις ήττες του στρατού του, τις τεράστιες απώλειες του άμαχου πληθυσμού και τις φοβερές καταστροφές και παρά το γεγονός ότι ο ίδιος είχε αναγνωρίσει από το 1943 ότι δεν ήταν πλέον εφικτή μια στρατιωτική νίκη, παρ’ όλα αυτά συνέχισε τον πόλεμο για δύο ακόμη ολόκληρα χρόνια. Η προσωπική του ανάμειξη στη διεξαγωγή του πολέμου, με το να απαγορεύει την έγκαιρη υποχώρηση σε τμήματα του Στρατού του που κινδύνευαν, είχε ως αποτέλεσμα να υποστεί η Βέρμαχτ μαζικές απώλειες.

Έτσι λοιπόν πέρασαν δύο χρόνια στα οποία οι Γερμανοί έχαναν συνεχώς μάχες και δυνάμεις. Μόνον όταν την άνοιξη του 1945 οι δυτικοί Σύμμαχοι έφτασαν στον ποταμό Έλβα και ο Κόκκινος Στρατός βρίσκεται στο κέντρο του Βερολίνου, ο Χίτλερ, φοβούμενος πλέον ότι θα κληθεί να απολογηθεί προσωπικά για τα εγκλήματά του, αποφάσισε να αυτοκτονήσει.


Η κατάσταση της υγείας του Χίτλερ δεν ήταν καλή. Όλο και χειροτέρευε κατά την διάρκεια της εξέλιξης του πολέμου. Σύμφωνα με την επικρατούσα σήμερα αντίληψη, υπέφερε από τη νόσο του Πάρκινσον σε προχωρημένο στάδιο.

Στις 19 Μαρτίου του 1945 ο Χίτλερ έδωσε τη διαταγή «Νέρων» για την καταστροφή των υποδομών του γερμανικού κράτους, κατά την υποχώρηση των μονάδων της Βέρμαχτ. Όμως, στην πράξη ο Υπουργός Εξοπλισμού Άλμπερτ Σπέερ δεν εφάρμοσε ποτέ τη διαταγή αυτή αν και ήταν μια διαταγή απόλυτα σύμφωνη με τον τρόπο σκέψης του Χίτλερ, που εκφραζόταν με την επιλογή «νίκη ή καταστροφή». Στον εχθρό δεν έπρεπε να αφεθεί παρά μόνο «καμένη γη». Κατά τη γνώμη του, το μέλλον ανήκε πλέον στον λαό της ανατολής, ο οποίος αποδείχτηκε ισχυρότερος, ενώ οι Γερμανοί, λόγω της ήττας τους, έχασαν το δικαίωμα ύπαρξης.

Στις 22 Απριλίου 1945 ο Χίτλερ έπαθε νευρική κατάρρευση. Αυτό συνέβη όταν πληροφορήθηκε, κατά τη διάρκεια του καθημερινού σχολιασμού της κατάστασης στο υπόγειο καταφύγιο, κάτω από την Καγκελαρία στο Βερολίνο, ότι η επίθεση που είχε διατάξει για την άρση της πολιορκίας του Βερολίνου δεν είχε εκτελεστεί από τον Αρχηγό των μονάδων των Ες-Ες Στάινερ, γιατί εκείνος τη θεώρησε ανεφάρμοστη λόγω του συσχετισμού δυνάμεων. Ο Χίτλερ είπε ότι όλα πλέον χάθηκαν και ότι όλοι τον έχουν προδώσει, ακόμα και τα Ες-Ες. Άφησε ελεύθερο ένα μέρος του προσωπικού του και αρνήθηκε, παρά τις παρακλήσεις του Μπόρμαν, του Κάιτελ και του Γκαίριγκ, να εγκαταλείψει το Βερολίνο. Διέταξε τον αρχιυπασπιστή του, Γιούλιους Σάουμπ, να κάψει όλα τα προσωπικά του στοιχεία και έγγραφα που βρίσκονταν στην Καγκελαρία και στο Καταφύγιο, καθώς και όσα βρίσκονταν στο Μόναχο.

Όλα αυτά γιατί το τελευταίο συναίσθημα του Χίτλερ που τον κυριαρχούσε ήταν ο φόβος, ο φόβος ότι θα έχει την τύχη του Μουσολίνι, ο οποίος τουφεκίστηκε και στη συνέχεια εξετέθη στη δημόσια χλεύη...


Κλεισμένος λοιπόν, μαζί με τους «πιστούς» του στο καταφύγιο της καγκελαρίας εκείνη την 29η Απριλίου του 1945, που οι ρωσικές δυνάμεις σφυροκοπούσαν πλέον το Βερολίνο, ο Φύρερ είχε, όντως, αποφασίσει να θέσει τέρμα στη ζωή του, πληροφορούμενος και τις εξελίξεις στην Ιταλία.

Όλα αυτά τα αποκάλυψε, πενήντα χρόνια μετά, μια από τις γραμματείς του, η Τρούντελ Γιουνγκ (Traudl Junge), στο πλαίσιο της εκπομπής της γερμανικής τηλεόρασης «Ο καταραμένος πόλεμος», όπου είπε και πολλά άλλα ενδιαφέροντα για τις τελευταίες ώρες του τυράννου.

Η κυρία Γιουνγκ, η οποία ήταν τότε είκοσι χρόνων, βρισκόταν ανάμεσα στους απελπισμένους του καταφυγίου της καγκελαρίας.


«Ήταν απόγευμα, όταν ο Χίτλερ και η Εύα Μπράουν, ο Μπόρμαν, ο Γκέμπελς, οι οικογένειες και οι συνεργάτες τους έμαθαν τι είχε συμβεί στον Μουσολίνι.

Και... αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε, διηγείται, ότι ο Χίτλερ είχε αποφασίσει ν' αυτοκτονήσει.

Τον ρώτησα: "Φύρερ, γιατί δεν πάτε κοντά στους άνδρες σας; Γιατί δεν πεθαίνετε σαν στρατιώτης μαζί τους;". "Δεν μπορώ, ανάμεσα στους δικούς μου δεν θα έβρισκα κανένα διατεθειμένο να με πυροβολήσει και δεν θέλω να πέσω ζωντανός στα χέρια των Ρώσων", ήταν η απάντηση».

 «Ο Χίτλερ», συνεχίζει η Τρούντελ Γιουνγκ, ήταν έντρομος. Στεκόταν όρθιος μπροστά μου και το πρόσωπο του δεν είχε καμία έκφραση. Μου είπε ότι δεν ήθελε να διακινδυνεύσει ούτε την παραπομπή σε δίκη από τους Συμμάχους.

Λίγες ώρες πριν, είχε γράψει: "Δεν επιθυμώ εγώ και η Εύα, ζωντανοί ή νεκροί, να γίνουμε θέαμα προς τέρψιν των υστερικών μαζών!". Έτσι, ανάμεσα στο απόγευμα και το βράδυ της 29ης Απριλίου, έδωσε τις τελευταίες εντολές.

Διέταξε να δηλητηριαστεί ο Μπλόντι, ο γερμανικός ποιμενικός που είχε κατ' επανάληψιν απαθανατιστεί στο πλευρό του, και να πυροβοληθούν τα σκυλιά του.


Στη συνέχεια, φώναξε εμένα και μιαν άλλη γραμματέα και μας έδωσε από ένα μπουκαλάκι δηλητήριο, που θα χρησιμοποιούσαμε για ν' αποφύγουμε τη σύλληψη. Με το θάνατο... Με διέταξε, επίσης, να καταστρέψω τα αρχεία.

Ήταν 2.30 τη νύχτα, θυμάμαι, όταν μας κάλεσε όλους κοντά του.

Άρχισε να μας λέει ακατανόητα πράγματα. Τα μάτια του ήταν γεμάτα δάκρυα...

Η Εύα Μπράουν ήρθε δίπλα μου. Μου είπε να προσπαθήσω να διαφύγω στην πατρίδα της, τη Βαυαρία και να της τη χαιρετήσω... Μετά αποσύρθηκε με τον Φύρερ στα διαμερίσματα τους.

Οι υπόλοιποι, γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχει πλέον οδός διαφυγής, συγκεντρώθηκαν στο μπαρ του καταφυγίου κι άρχισαν να χορεύουν όλη νύχτα!

Την επομένη, στις 3 το απόγευμα, ο Χίτλερ κάλεσε κοντά του τον Μπόρμαν και τον Γκέμπελς, τους χαιρέτησε κι έκλεισε την πόρτα πίσω του. Λίγα λεπτά αργότερα, ακούσαμε τον πυροβολισμό που έθεσε τέρμα στη ζωή του. Η Εύα Μπράουν πήρε δηλητήριο.

Ακολούθησε η κηδεία, σύμφωνα με την επιθυμία του τυράννου: ο προσωπικός του καμαριέρης Χάιντς Λίγκε μετέφερε μαζί με τον οδηγό του Χίτλερ Έριχ Κέμπκα, τον επιλοχία των SS Όττο Γκίνσε και μερικούς στρατιώτες της προσωπικής του φρουράς στον κήπο τα πτώματα, τυλιγμένα σε στρατιωτικές κουβέρτες. Τα τοποθέτησαν σ' ένα λάκκο, που είχε ανοίξει μια βόμβα, τα περιέλουσαν με βενζίνη και τους έβαλαν φωτιά.

Οι Μπόρμαν και Γκέμπελς παρακολουθούσαν ανέκφραστοι το θέαμα, χαιρετώντας με τον ναζιστικό τρόπο...»

Η τέφρα και τα οστά του Χίτλερ δεν βρέθηκαν ποτέ. «Καταστράφηκαν από τα πυρά του ρωσικού πυροβολικού», θα έλεγε αργότερα ο οδηγός του Φύρερ.


Όμως, σύμφωνα με όσα έγραψε το περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ», τα πράγματα δεν έγιναν έτσι. Τα κατάλοιπα του Χίτλερ διεσώθησαν και, με εντολή του Στάλιν, παρέμειναν «υπό φρούρησιν», στο Μαγδεμβούργο της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, σε μια σοβιετική βάση, ως το 1970.

Τότε, ο επικεφαλής της KGB, Γιούρι Αντρόποφ, έπεισε τον Μπρέζνιεφ να τα μεταφέρει στη Μόσχα και να τα κάψει, πράγμα που, καθώς φαίνεται, έγινε.

Παρόλ' αυτά διασώθηκαν το κρανίο και η οδοντοστοιχία του πτώματος, απ' όπου ο οδοντίατρος του Χίτλερ, μέσω προηγούμενης ακτινογραφίας, αναγνώρισε αργότερα την ταυτότητα του νεκρού (αποκαλύψεις από έρευνα περί το 1990).

Σύμφωνα με τη συγγραφέα Σιμόνι Ρενέ Γκερρέιρο Ντίας (Simoni Renee Guerreiro Dias), ο Χίτλερ δεν αυτοκτόνησε, αλλά έζησε ελεύθερος στη Βραζιλία έως το 1984, όπου πέθανε σε ηλικία 95 ετών. Ωστόσο, αυτή η άποψη δεν τεκμηριώνεται σωστά, καθώς στηρίζεται σε μια θολή φωτογραφία, από την οποία δεν συνάγεται κάποιο σοβαρό συμπέρασμα.

Οι συνέπειες του πολέμου ήταν τρομακτικές καθώς προκάλεσαν την διάλυση του γερμανικού κράτους, την καταστροφή ενός μεγάλου τμήματος της Ευρώπης, την ηγεμονία για 40 χρόνια της ΕΣΣΔ στην Ανατολική Ευρώπη και την διαίρεση της Γερμανίας και της Ευρώπης σε δύο αντίθετα, εχθρικά στρατόπεδα, μέχρι το 1989-1990.

Πηγές:

Εφημερίδα Απογευματινή
Βικιπαίδεια, η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Βασίλης Καρατζάς : ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ





ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Γράφει ο Βασίλης Καρατζάς

Το ρεμπέτικο μαζί με το δημοτικό τραγούδι, αποτελούν τη μουσική μας παράδοση. Είναι έκφραση του γνήσιου λαϊκού μας πολιτισμού και κλείνει μέσα του στοιχεία από την αρχαία ελληνική κοινωνία (διονυσιακά), από το Βυζάντιο  (μυστικιστικά)  και νεοελληνικά.

Μερικοί θέλοντας να κατηγορήσουν και να αμφισβητήσουν την αξία του ρεμπέτικου, προβάλλουν έναν αντιεπιστημονικό και σοβινιστικό ισχυρισμό, ότι τάχα είναι τουρκοφερμένο είδος και ότι εκφράζει την ψυχολογία των χασικλήδων, των αλητών κ.τ.λ. Ποιοί όμως είναι πραγματικά οι δημιουργοί του ρεμπέτικου και τί εκφράζει; Ο όρος ρεμπέτικο προέρχεται πιθανότατα από την τουρκική λέξη ρεμπέτ πού σημαίνει ατίθασος, ανυπότακτος στους κοινωνικούς νόμους. «Συναντιέται για πρώτη φορά στα σέρβικα ή τουλάχιστον γεννήθηκε στο έδαφος της Σερβίας, πιθανότατα ανάμεσα στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς του Κόσσοβο και θα πει αντάρτης. Την εκδοχή αυτή ενισχύει η συνεκφορά του όρου στα τούρκικα με το ασκέρ = στρατιώτης,   στρατιωτικό σώμα...»(1).

Στα πρώτα καφενεία των ελληνικών πόλεων (Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη,   Αθήνα,   Λάρισα   Σύρα,   Θεσσαλονίκη  κ.ά.),   πού  στην αρχή, είχαν πρότυπο τους το μάνι-καβέσι, ένα είδος καφενέ τούρκικου, αναπτύσσεται μια μουσική φόρμα μπολιασμένη από τη δημοτική μας μουσική. Οι χορευτικοί ρυθμοί δανείζονται από τους Σέρβους (αλέγκρο), Ρώσους (καζάσκα), Ζεϊμπέκηδες (ζεϊμπέκικο). Γι’ αυτό είναι σφάλμα να πιστεύουμε πώς το ρεμπέτικο είναι καθαρό δημιούργημα της τούρκικης κουλτούρας, πού ήρθε  στην   Ελλάδα με τη  μικρασιατική καταστροφή.

Ό Καρκαβίτσας έξαλλου καταγράφει το 1890 αρκετά ρεμπέτικα τραγούδια στο περιοδικό του Δροσίνη «ΕΣΤΙΑ» πού τραγουδιούνταν από τους φυλακισμένους του  Παλαμηδιού.

Φυσικά, πριν το 1922, το ρεμπέτικο ακούγονταν κύρια στις ταβέρνες όπου σύχναζε φτωχόκοσμος και στα καταγώγια και η εμβέλεια του ήταν περιορισμένη.

Μετά   τη   μικρασιατική  καταστροφή  όμως,  νέες  κοινωνικοοικονομικές συνθήκες δημιουργούνται. Οι πρόσφυγες φεύγοντας ξεριζωμένοι από τη Μικρά Ασία, ενσωματώθηκαν στον πληθυσμό της Ελλάδας, κατακλύζοντας κατά κύριο λόγο τα αστικά κέντρα, Αθήνα, Πειραιά, Βόλο, Θεσσαλονίκη, Σύρα κλπ. Η οικονομία της χώρας μας, στην εποχή για την οποία μιλούμε, βρίσκονταν σε χαμηλά επίπεδα και οι ρυθμοί ανάπτυξης της αργοί εξαιτίας της  ξένης εξάρτησης  και αδυναμίας της ντόπιας  αστικής  τάξης.

Έτσι η προσφυγιά, εκτός ελάχιστου τμήματος, μη μπορώντας να ενταχθεί στις παραγωγικές δυνάμεις, άρχισε να ασχολείται με παρασιτικά επαγγέλματα ή να καταλήγει ταξικά στο περιθώριο (λούμπεν προλεταριάτο).

Εδώ δεν πρέπει να συγχέουμε τους όρους αυτούς με τη σημασία πού έχουν σήμερα και ούτε να καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το οργανωμένο λαϊκό κίνημα την εποχή εκείνη δεν υπήρχε. Παρά τις δύσκολες συνθήκες και τη ρευστότητα των πολιτικοϊδεολογικών σχημάτων, μόλις έχει συσταθεί το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, πού ιδεολογικά εκφράζει την εργατική τάξη και γενικά  τα φτωχά  στρώματα της ελληνικής  κοινωνίας.

Το ρεμπέτικο σιγά σιγά αρχίζει να σπάει τα όρια της κάστας και να μπαίνει στις ταβέρνες των συνοικιών. Εκεί ζυμώνεται με τους καημούς και τα όνειρα των προλεταριακών μαζών, αφομοιώνει περισσότερα στοιχεία της δημοτικής μας μουσικής και τελικά παίρνει τη φόρμα με την οποία ξαπλώνεται θυελλώδικα μέχρι το   1950-55.

ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ  ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΑΝ ΟΙ  ΡΕΜΠΕΤΕΣ


Αρχικά τα ρεμπέτικα τραγούδια συνοδεύονταν από διάφορα όργανα: ούτι, σαντούρι, βιολί, τσέμπαλο, μπαγλαμά και μπουζούκι. Μέσα σε λίγο όμως διάστημα απόμειναν μόνο το μπουζούκι (κύρια) και ο μπαγλαμάς (κατά δεύτερο λόγο), εκφραστές τους. Τον μπαγλαμά τον χρησιμοποιούσαν οι φυλακισμένοι, γιατί ήταν μικρός και μπορούσε εύκολα να κρυφτεί απ' τους φύλακες.

Εδώ πάλι έχουμε μερικούς πού υποστηρίζουν ότι το μπουζούκι είναι τούρκικο όργανο. Μα αυτό σκοπιμότητες μάλλον εξυπηρετεί και δεν είναι συμπέρασμα επιστημονικό. «Το μπουζούκι είναι ένα δημοτικό μουσικό όργανο (instrument folklorigue) δεμένο με την ελληνική παράδοση. Ένα από τα πιο παλιά μουσικά μας όργανα. Και το συναντούμε με διαφορετικά φυσικά ονόματα, τόσο στην αρχαία Ελλάδα όσο και στη Βυζαντινή. Η αρχή του βρίσκεται στους προελληνικούς πολιτισμούς (Αίγυπτο, Ασσυρία, Κίνα, Ινδία). Στην Αίγυπτο, χρησιμοποιείται, με τον ίδιο αυτό συγκεκριμένο μορφολογικό τύπο, ήδη από τη 2η χιλιετηρίδα π.Χ.,  το ίδιο και στην   Άσσυρία».(2)

Στην αρχαία Ελλάδα ήταν γνωστό με την ονομασία πανδουρίς ή πανδούρα  ή  τρίχορδον. (3)

ΤΟ  ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΜΕΤΑ  ΤΟ   1930


Τό ρεμπέτικο μετά το 1930 εξελίσσεται ραγδαία. Εμφανίζονται ταλαντούχοι σύνθετες πού τελειοποιούν τη μουσική του φόρμα και το στίχο. Τώρα πια γίνεται τραγούδι πού ακούγεται από τα πλατιά στρώματα του λαού, περιγράφει τα σύγχρονα προβλήματα του. 'Η δικτατορία όμως του Μεταξά έρχεται να φρενάρει αυτή την ανάπτυξη, και το ρεμπέτικο γνωρίζει για πρώτη φορά τόσο  λυσσασμένη δίωξη.

Μερικοί απ' τους ρεμπέτες κάτω απ’ αύτη τη δίωξη τρυπώνουν στα ύποπτα καταγώγια, και ορισμένοι απ’ αυτούς θα καταντήσουν τελικά εκφραστές της ψυχολογίας του μαυραγορίτη, του ταγματασφαλίτη και του κάθε λογής  αλήτη της κατοχής.

Παράλληλα όμως με το ξεστράτισμα αυτό, την ίδια εποχή αναπτύσσεται και μια άλλη τάση. Την εκφράζει η πλειονότητα των δημιουργών του ρεμπέτικου, πού αντιτάσσονται στη μεταξική δικτατορία, και στις δυνάμεις κατοχής,  με υπαινιγμούς φυσικά στους στίχους τους.

Κυριότεροι συνθέτες του ρεμπέτικου αντιστασιακού τραγουδιού ήταν οι Βαμβακάρης, Τσιτσάνης και  Γενίτσαρης.

«Πενθοφορεί η   Αγιά Σοφιά - Παλιά και Νέα Κοκκινιά
κλάψε και σύ  τώρα  ντουνιά - πιασαν  το Στέλιο   τα σκυλιά
τον πιάσαν γερμανόφιλοι - και ταγματασφαλίτες,
τον Στέλιο  τον Καρδάρα μας - στο Ρέντη οι αλήτες...»

Μετά τη λήξη του εμφύλιου πολέμου λύνονται τα χέρια των συνθετών, γράφονται νέα τραγούδια για την εργατιά, για τη δουλειά, τη φάμπρικα, και την ελληνική λεβεντιά.

Ύστερα από ένα ταξίδι και μια έρευνα για το ρεμπέτικο τραγούδι στην Ελλάδα, η  Αυστραλέζα μουσικολόγος  Γκαίηλ  Χόλστ έγραψε:

«Όλα μαζί θύμιζαν άλλοτε το φλαμέγκο, άλλοτε το μπλουζ κι άλλοτε την τούρκικη ή αραβική μουσική. Και ή μουσική αυτή είχε κι άλλα στοιχεία πέρα απ ' αυτά, άσχετα με οποιαδήποτε άλλη...».

ΟΙ  ΚΥΡΙΟΤΕΡΟΙ ΔΗΜΙΟΤΡΓΟΙ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ


Εϊτζερίδης, Δραγατσάκης, Μαρίνος, Σκαρβέλης, Νταλγκάς, Στράτος, Περπινιάδης, Μάθεσης, Σκριβάνος, Ρούκουνας, Παπαϊωάννου, Βαμβακάρης, Χατζηχρήστος, Ροβερτάκης, Γενίτσαρης, Μπαγιαντέρας, Δελιάς, Τσιτσάνης κ.ά.

Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε επίσης, πώς υπάρχουν αρκετά τραγούδια ρεμπέτικα πού οι συνθέτες τους είναι άγνωστοι.

===
1. Τάσος  Βουρνάς, «'Επιθεώρηση  Τέχνης».   Απρίλιος  1961
2. Fr.   Behn.   Die   Laute   in   Altertum   und   Fruhen   Mittelalter   (Zeitschrift   fur Musikwissenschaft  1918).
3. Φοίβος Ανωγειανάκης. - 'Επιθεώρηση Τέχνης»,  Ιούλιος 1961.-- Th. Reinach. La Guittare dans l'  art grec  (Revue  des etudes grecques,  1896).

Πηγή:

ΟΡΦΕΑΣ - ΔΙΜΗΝΗ   ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ  ΟΜΙΛΟΥ ΟΡΦΕΑΣ ΣΕΡΡΩΝ
τ. 7, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1982

Το Άγιο Όρος και το «Άβατο»



Το Άγιο Όρος και το «Άβατο»

Το «άβατο», ο αποκλεισμός των γυναικών από τον Άθω είναι θεσμός που έχει απασχολήσει πολλούς και, κυρίως, πολλές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Ο Άθως, είναι όρος της Χαλκιδικής με υψόμετρο 2.033 μ. και βρίσκεται στη νότια άκρη της ανατολικής χερσονήσου της, στην οποία έδωσε και την ονομασία του. Στην αρχαιότητα, ονομαζόταν Ακτή, σταδιακά όμως από τα χρόνια του Ηρόδοτου, (5ος π.Χ. αιώνας) επικράτησε το όνομα Άθως.

Οι αρχαιότεροι κάτοικοί του, ήταν Πελασγοί. Περίπου το 800 π.Χ., έφτασαν στην περιοχή άποικοι από την Ερέτρια και τη Χαλκίδα, από τους οποίους πήρε και το όνομά της η Χαλκιδική.

Η ιστορική παράδοση, συνδέει τον Άθω με την καταστροφή δύο στόλων, του Μαρδόνιου (493 π.Χ.) και του Σπαρτιάτη Επικλή (411 π.Χ.), όπως επίσης και με τη διώρυγα που άνοιξε ο Ξέρξης κοντά στο χωριό Νέα Ρόδα για να περάσει ο στόλος του.

Στην αρχαιότητα, υπήρχαν στον Άθω, τουλάχιστον 11 πόλεις των οποίων έχουν διασωθεί μόνο τα ονόματα: Σάνη, Ουρανούπολις, Παλαιώριον, Θύσσος, Κλεωναί, Ακρόθωοι, Απολλωνία, Χαράδρια, Ολόφυξος και Δίον. Καταστράφηκαν όλες στα χρόνια των πολέμων των Μακεδόνων με τους Ρωμαίους (2ος π.Χ. αι.).

Στον Άθω αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ο Θουκυδίδης «Βρασίδας…στρατεύει επί την Ακτήν καλουμένην έστι δε από του βασιλέως διορύγματος έσω προύχουσα, και ο Άθως αυτής όρος υψηλόν τελευτά ες το Αιγαίον Πέλαγος» (4, 109, 1-3).

Όπως αναφέραμε παραπάνω, στον Άθω κατά την αρχαιότητα υπήρχαν αρκετές πόλεις. Μία από αυτές, ήταν και η Ουρανούπολη. Κατά μια εκδοχή, χτίστηκε τον 3ο π.Χ. αιώνα από τον Αλέξαρχο, γιο του Μακεδόνα στρατηγού Αντίπατρου. Πιθανότατα όμως χτίστηκε πολύ νωρίτερα.

Ο Αγιορείτης μοναχός Ανδρέας, γράφει πως «η πόλις αυτή είχεν ίδιον πολίτευμα και τρόπον διοικήσεως. Ήτο αφιερωμένη στην αγροτέραν θεάν Άρτεμιν, με αυστηρούς νόμους και ίδιον νόμισμα». Σ’ αυτήν κατοικούσαν μόνο γυναίκες, κυρίως νέες παρθένες, που προορίζονταν να γίνουν ιέρειες στα διάφορα ειδωλεία της Άρτεμης ή της Ουράνιας Αφροδίτης κατ’ άλλους. Στην Ουρανούπολη απαγορευόταν η είσοδος στους άνδρες. Όσοι παραβίαζαν το άβατο θανατώνονταν!

Η επίσκεψη της Θεοτόκου στον Άθω


Σύμφωνα τώρα με την αγιορείτικη παράδοση, μετά την ανάσταση του Ιησού, η Παναγία, δέχτηκε πρόσκληση να επισκεφθεί τον Λάζαρο, αδελφό της Μάρθας και της Μαρίας που υπηρετούσε στην Εκκλησία της Κύπρου ως επίσκοπος Κιτίου. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού όμως το σκάφος βγήκε απ’ τη ρότα του λόγω δυνατών ανέμων και τελικά βρέθηκε στην ανατολική ακτή του Άθω, κοντά στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η Μονή Ιβήρων. Εκεί, υπήρχαν ένας ειδωλολατρικός ναός κι ένα μαντείο του Απόλλωνα.

Οι κάτοικοι της περιοχής που ήταν ειδωλολάτρες, έσπευσαν να συναντήσουν την Παναγία. Γρήγορα, εγκατέλειψαν τις ειδωλολατρικές τους συνήθειες και έγιναν Χριστιανοί. Η Θεοτόκος, γοητεύτηκε τόσο πολύ απ’ όσα είδε εκεί, ώστε έπεσε στα γόνατα και ικέτευε τον Υιό της να της χαρίσει τη γη στην οποία γονάτισε, ως προσωπική της ιδιοκτησία.

Η προσευχή της εισακούστηκε και πριν αναχωρήσει, ανήγγειλε ότι το «Όρος» ήταν δικό της και ευλόγησε τον Άθω και τους κατοίκους του.

Τα λόγια της στον άγιο Πέτρο τον Αθωνίτη, έναν από τους πρώτους ερημίτες στον Άθω (9ος αιώνας), καταγράφονται από τον Γρηγόριο Παλαμά:

«Στην Ευρώπη υπάρχει ένα βουνό, πολύ ψηλό και όμορφο, που εκτείνεται προς το νότο και (εισέρχεται) πολύ βαθιά μέσα στη θάλασσα. Αυτό είναι το βουνό που έχω διαλέξει απ’ όλη τη Γη και έχω αποφασίσει να φτιάξω απ’ αυτό τη χώρα της μοναστικής τάξης. Το καθιέρωσα ώστε να είναι εφεξής η κατοικία μου: αυτός είναι και ο λόγος που οι άνθρωποι θα το αποκαλέσουν «Άγιον Όρος»…» (Βίος οσίου Πέτρου του Αθωνίτου, ΙΙ, PG 150, 100).

Ο Άθως είναι γεμάτος από τα θαύματά Της και το Άγιον Όρος, είναι γνωστό και σαν «Περιβόλι της Παναγίας».

Το Άβατο του Αγίου Όρους


Ο Νίκος Πλατής στο "Αθωνικό Λεξικό" γράφει:

"Στη μοναστηριακή διάλεκτο άβατο ονομάζεται το σύνολο των διατάξεων με τις οποίες θεσπίζεται η απαγόρευση της εισόδου ή της διαμονής εντός του περιβόλου της μονής σε ορισμένης κατηγορίας πρόσωπα "προς αποφυγήν αφορμής βλασφημίας και σκανδάλου" («θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια»).

Η αρχή της απαγόρευσης ξεκινά από τον ι' κανόνα του αγίου Αντωνίου προς τους νέους ερημίτες μοναχούς: "Μη συγχώρει να σε πλησιάσει γυνή, μηδέ ανέχου, ίνα θέση τον πόδα εις την κατοικία σου, διότι επέρχεται οπισθόπους η οργή" ("Μοναχικοί Θεσμοί").

Καθώς οι μοναχοί στον Άθω άρχισαν να πληθαίνουν, έγινε επιτακτική η ανάγκη για την ύπαρξη ενός «κανονισμού» που θα ρύθμιζε τα θέματα των μονών. Αυτό, έγινε το 972 από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα έγγραφα που υπάρχουν στο Άγιο Όρος και έναν από τους μεγαλύτερους θησαυρούς στη συλλογή του Πρωτάτου στις Καρυές, την πρωτεύουσα του Αγίου Όρους. Ονομάζεται «Τράγος», επειδή είναι γραμμένο πάνω σε περγαμηνή από δέρμα τράγου. Πρόκειται ουσιαστικά για το «Τυπικό του Ιωάννη Τσιμισκή». Αποτελείται από 2.710 λέξεις και έχει διαστάσεις 3,15 μ.× 0,45 μ. Το έγγραφο αυτό, υπογράφεται, εκτός από τον αυτοκράτορα και τον Αθανάσιο, τον ηγούμενο της Μεγίστης Λαύρας από 46 ακόμα ηγουμένους μονών. Δημιουργείται λοιπόν αυτόματα το ερώτημα, αν όταν χτίστηκε η Μονή της Αγίας Λαύρας (963), ήταν η πρώτη στον Άθω ή όχι. 

Στον «Τράγο», υπάρχει η εξής αναφορά:

«Απαγορεύεται να εισέρχονται στον Άθω ευνούχοι και αγένειοι νέοι (ακόμα και τα παιδιά των κτιστών και των εργατών» (E. AMAND DE MENDIETA, «Mount Athos: The Garden of the Panaghia», Βερολίνο 1972).

Το τυπικό του Τσιμισκή όμως, δεν έλυσε όλα τα προβλήματα του μοναχισμού στον Άθω. Η παράδοση, αναφέρει ότι σκάνδαλα όπως η πώληση μοναστηριακής περιουσίας από τους καλόγερους και η μετατροπή των Καρυών σε αγορά, είχαν κλονίσει τη μοναστική πολιτεία.

Το Άβατο του Αγίου Όρους για τις γυναίκες καθιερώθηκε ήδη από το πρώτο Τυπικό της Μοναστικής Πολιτείας που συντάχθηκε το 969 μ.Χ. Θεωρητικά, ίσχυε ...ευλαβικά και νωρίτερα, καθώς υπάρχουν θρύλοι που χρονολογούν τις πρώτες «παραβιάσεις» του Άβατου -που μάλιστα ...εμποδίστηκαν, κατά την παράδοση, από την ίδια τη Θεοτόκο- ήδη στον 4ο αιώνα. Μια τέτοια θρυλούμενη «παραβίαση» προ επισήμου ιδρύσεως της Μοναστικής Πολιτείας είναι αυτή της Πλακηδίας, κόρης του Μεγάλου Θεοδοσίου (379-395 μ.Χ.), η οποία λέγεται πως όταν πάτησε στον Άθω, άκουσε μια φωνή που της έλεγε, «Τι θέλεις εσύ εδώ; Εδώ είναι μοναχοί. Εσύ είσαι γυναίκα, γιατί δίνεις στον εχθρό αφορμή να τους πολεμά;» Φυσικά οι Αγιορείτες μοναχοί εξηγούν πως το Άβατο δεν συνιστά υποτίμηση της γυναίκας, αλλά σεβασμό του μοναχισμού και προστασία των μοναχών από τους πειρασμούς.

Από την άλλη πλευρά, η «διάσημη» από τις διενέξεις πολλών ετών, Ιερά Μονή Εσφιγμένου, σύμφωνα με τη βυζαντινή παράδοση ιδρύθηκε από τη Βυζαντινή αυτοκράτειρα Πουλχερία τον 5ο αιώνα, αν και το σημερινό κτιριακό συγκρότημα άρχισε να δημιουργείται στα τέλη του 10ου αιώνα. Όταν το Άβατο καθιερώθηκε και επίσημα με το πρώτο Τυπικό του Αγίου Όρους, περιελάμβανε όχι μόνο τις γυναίκες, αλλά και κάθε θηλυκό ζώο, κάτι που ισχύει (τυπικά μόνο βέβαια) μέχρι και σήμερα.


Το Άβατο ενισχύθηκε και θωρακίστηκε, στη συνέχεια, με αυτοκρατορικά διατάγματα του Ιωάννη Τσιμισκή, του Κωνσταντίνου Θ' Μονομάχου και του Μανουήλ Παλαιολόγου, αλλά και με πατριαρχικά έγγραφα. Συχνά οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, στην πνευματική δικαιοδοσία των οποίων υπάγεται κατά παράδοση το Άγιον Όρος, απέστελλαν αυστηρά γράμματα, όποτε τύχαινε παραβίαση του Άβατου από γυναίκες, όπως έκανε ο Πατριάρχης Ιωακείμ το 1905, όταν σημειώθηκαν παραβιάσεις στη Μονή Αγίου Παντελεήμονα από Ρωσίδες.

Πριν περάσουμε όμως στις ιστορικά καταγεγραμμένες παραβιάσεις του Άβατου, μια ακόμη «θρυλούμενη» ενδιαφέρουσα τέτοια παραβίαση είναι αυτή που σημειώθηκε μετά την Άλωση της Πόλης το 1453, όταν θέλησε να επισκεφθεί το Άγιον Όρος η μητέρα του Πορθητή Μάρω, θυγατέρα του Σέρβου βασιλιά Γεωργίου, κτήτορα του καθολικού της Μονής Αγίου Παύλου, για να προσφέρει σ' αυτό τα Τίμια Δώρα των τριών Μάγων.

Κατά την παράδοση, λοιπόν, όπως είναι καταγεγραμμένη και σε εκδόσεις της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου, επενέβη η ίδια η Παναγία και την εμπόδισε να πλησιάσει στη Μονή όταν έφτασε στον αρσανά (λιμανάκι)του μοναστηρίου. Έτσι, η επισκέπτρια απλώς επέδωσε τα δώρα στους μοναχούς, που σε ανάμνηση της επίσκεψης έστησαν το Σταυρό που υπάρχει στο σημείο εκείνο και λέγεται «Σταυρός της Βασίλισσας». Ιστορικά καταγεγραμμένη ...εκ παραδρομής παραβίαση του Άβατου από γυναίκες και μάλιστα ομαδική σημειώθηκε τον 7ο αιώνα, όταν πέρασαν από τον Άθω νομάδες εξ Ανατολών που μαζί με τις γυναίκες τους είχαν σταλεί να ζήσουν στην Πελοπόννησο από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό (1081-1118).

Η πιο θλιβερή περίοδος του Αγίου Όρους συνδέεται με την παρουσία Βλάχων στον Άθω όπως αφήνουν να εννοηθεί τόσο ο  Γκράχαμ Σπικ στο βιβλίο του "Άγιον Όρος" όσο και ο Γ. Κορδάτος στη "Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας".

Ο Γ. Σπικ, γράφει:

"Από την αρχή του δωδέκατου αιώνα, περίπου 300 Βλάχοι είχαν διεισδύσει στη χερσόνησο (του Άθω) με τα κοπάδια τους. Η παρουσία τους έγινε αρχικά ανεκτή από τους μοναχούς με βάση την ανταλλαγή μέρους των προϊόντων τους. Αλλά οι Βλάχοι καταχράστηκαν αυτή την άδεια φέρνοντας μαζί τους τις συζύγους και τις κόρες τους, μεταμφιεσμένες σε άνδρες και μάλιστα μερικές απ' αυτές είχαν μπει στην υπηρεσία των μονών και είχαν γίνει φίλοι με τους μοναχούς".

Ο Γ. Κορδάτος γράφει:

"Γίνονταν σεξουαλικά όργια (με τις γυναίκες και τις κόρες των Βλάχων) που έγιναν γνωστά και στην πρωτεύουσα. Γι' αυτό ο αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός αναγκάστηκε να απαγορεύσει να μένουν λαϊκοί στο Άγιον Όρος και προπάντων γυναίκες".

Χαρακτηριστικά είναι και τα όσα γράφει ο Ιωάννης Ταρχανιώτης:

"… οι δε Αγιορείται μέμνηνται τα των Βλάχων όσα και οία της ηδονής η συνήθεια, τα τε γάλακτα και τα τυρία και τα μαλλία, τα συμπόσια και συναλλάγματα και τας πραγματείας τας προς αλλήλους, τας τε μεθυσίας τα διαβολικάς, αίτινες εφάνησαν εν υστέρω. Εισήλθε γαρ ο διάβολος εις τας καρδίας των Βλάχων και είχον και τας γυναίκας αυτών μεθ' εαυτών φορούσας ανδρεία, ως οι ποιμένες και έβοσκον τα πρόβατα και τα Μοναστήρια εδούλευον… Τα δε υπ' αυτών γενόμενα αισχρόν εστί και λέγειν και ακούειν".

Πολλοί μοναχοί σκανδαλίστηκαν και ζήτησαν κι από τον Πατριάρχη Νικόλαο Γραμματικό την εκδίωξη των Βλάχων. Κάποιοι άλλοι, νεότεροι στην ηλικία, δεν δέχονταν την απομάκρυνση των Βλάχων, πείθοντας και τον αυτοκράτορα να αναιρέσει την αρχική του απόφαση, κάτι που έγινε. Τελικά φαίνεται ότι το 1111 οι Βλάχοι αποχώρησαν από τον Άθω.

Είναι πάντως μια πραγματικά πολύ σκοτεινή περίοδος, καθώς ο ηγούμενος της Μεγίστης Λαύρας, έφτασε στο σημείο να πλαστογραφήσει έγγραφο για την εκδίωξη των Βλάχων με υπογραφή, δήθεν, του Πατριάρχη.

Υπάρχουν πλήρη αρχεία στο Άγιο Όρος για εκείνη την εποχή, στα οποία έχουν "εντρυφήσει πολλές γενιές μελετητών", κατά τον Γκράχαμ Σπικ.

Η πρώτη ...τυπικότατη παραβίαση του Άβατου, από γυναίκα διά της επίσημης οδού έγινε το 1346 από την Ελένη, σύζυγο του Σέρβου ηγεμόνα Στέφανου Δουσάν. Υπάρχουν αναφορές βάσει των οποίων η Ελένη δεν μπήκε σε μοναστήρια, αλλά μόνο εξ αποστάσεως είδε την Ιερά Μονή Χιλανδαρίου (το λεγόμενο «σέρβικο» μοναστήρι).


Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, πάντως, ο Στέφανος Δουσάν συνοδεύτηκε από τη σύζυγο του μέσα σε όλα τα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Σε νεότερους χρόνους αιτία αυστηρών επιστολών από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης αποτέλεσε σύμφωνα με ιστορικούς η συστηματική παραβίαση του Άβατου από προνομιούχες κυρίες της ρωσικής ελίτ, που φιλοξενήθηκαν για προσκυνηματικούς λόγους στην Ι. Μονή Αγ. Παντελεήμονος, φτάνοντας νύχτα με ρωσικά πλοία στην αποβάθρα της Μονής.  

Το 1850, ο πρεσβευτής της Μ. Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη Στράτφορντ Κάνινγκ, πήρε κατά την επίσκεψή του στο Άγιο Όρος και τη σύζυγό του μαζί. Ο Πατριάρχης Άνθιμος όταν το πληροφορήθηκε, έστειλε επιστολή στους μοναχούς όπου επισημαίνει ότι αυτό έγινε εξαιτίας λάθους και άγνοιας, ήταν κάτι αιφνίδιο και δεν πρέπει να επαναληφθεί.

Σύμφωνα με τον Ι. Χατζηφώτη, στα νεότερα χρόνια, αρκετές Ρωσίδες πριγκίπισσες παραβίασαν το άβατο και διέμειναν στη Μονή Αγίου Παντελεήμονος. Ο Σ. Παπαδάτος αναφέρει ότι μια πυρκαγιά που ξέσπασε στη μονή αυτή τον Αύγουστο του 1878 και έκαψε μία πτέρυγά της, οφειλόταν σε Ρωσίδα πριγκίπισσα…

Σε άλλη περίπτωση, πάντως, όταν το 1882 έφθασε στο Άγιον Όρος η μεγάλη δούκισσα Αλεξάνδρα Πετρόβνα για τη θεμελίωση του κύριου ναού της Σκήτης του Προφήτη Ηλία, της ζήτησαν να σεβαστεί το Άβατον, όπως και έπραξε, αναχωρώντας άμεσα.

Το 1905, ο Πατριάρχης Ιωακείμ, έστειλε αυστηρότατη επιστολή σε Ρώσους μοναχούς οι οποίοι είχαν "συνεργήσει" στην παραβίαση του άβατου.

Το 1929, μια Γαλλίδα σκανδαλοθήρας δημοσιογράφος, η Μαρίζ Σουαζί ισχυρίστηκε ότι ντύθηκε άντρας και έζησε περίπου ένα μήνα στο Άγιο Όρος. Οι εντυπώσεις που κατέγραψε δεν ήταν οι καλύτερες και δυσφήμησαν έντονα τον ορθόδοξο μοναχισμό.
Η ζωηρή Γαλλίδα δημοσιογράφος Μαρίζ Σουαζί ισχυρίστηκε ότι το 1929 μπήκε ντυμένη ανδρικά στο Άγιο Όρος, έμεινε ένα μήνα και όταν γύρισε στην πατρίδα της έγραψε όλες τις εμπειρίες που αποκόμισε στο βιβλίο της Un mois avec les hommes (Ένας μήνα με τους άνδρες στο Άγιον Όρος), γράφοντας για κάποιον «βιτσιόζο» καλόγερο που επιθυμούσε πάντα έρωτα, για πειρασμούς και για ένοχες συνειδήσεις…

Ρεπόρτερ της εφημερίδας Μακεδονία πήγε αργότερα στη Μοναστική Πολιτεία και συνομιλώντας με καλόγερους πήρε την εξής απάντηση: «Είναι φαντασιόπληκτη, θα είδε το Άγιον Όρος μόνο από το βαπόρι. Έπειτα, πώς είναι δυνατόν μια νεαρά και νοστιμούλα, επιρρεπής εις περιπετείας, να παραμείνει έστω και μίαν ημέρα άγνωστη υπό οιανδήποτε μετεμφίεσιν, εν μέσω πεντακισχιλίων ζωηρών γεροδεμένων καλογήρων, ίνα μη εμβάλη αυτούς … εις πειρασμόν; Και θα έμενεν αλώβητος επί ένα μήνα;».


Τον Μάιο του 1930, η "Μις Ευρώπη", Αλίκη Διπλαράκου, ενώ βρισκόταν στη θαλαμηγό του μνηστήρα της Μοράν (όπως ανέφερε η ίδια), δανείστηκε μια ναυτική στολή, καθώς ήταν κοντά εκεί αγκυροβολημένα τα θωρηκτά "Λήμνος" και "Κιλκίς" και "εισήλθον μετά του μνηστήρος μου (ενν. στο Άγιο Όρος) και περιήλθον εκκλησίας και άλλα μέρη ως ναύτης, χωρίς να με γνωρίσει κανείς".

Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους από σανατόριο του Νταβός της Ελβετίας, η Διπλαράκου, έστειλε επιστολή προς τους Αγιορείτες Πατέρες, όπου εξιστορούσε τι είχε γίνει, ανέφερε ότι ήταν βαριά άρρωστη χωρίς σημάδια βελτίωσης, δήλωνε ότι μετάνιωσε για την πράξη της και παρακαλούσε την Παναγία να τη συγχωρήσει. Έστειλε μάλιστα και το ποσό των 5.000 δραχμών για να τελεσθούν λειτουργίες και να γίνουν παρακλήσεις για την ίασή της. Πραγματικά, η Αλίκη Διπλαράκου έγινε τελείως καλά και έφυγε από κοντά μας σε ηλικία 90 ετών, το 2002!

Στις 19 Μαΐου 1942, παραβίασε το άβατο η σύζυγος του λαϊκού γραμματέα της Μονής Σίμωνος Πέτρας, στις 22 Μαΐου 1992, η αρραβωνιαστικιά υπαλλήλου καταστήματος της Δάφνης (επινείου των Καρυών) και άλλες γυναίκες. Η Ιερά Κοινότητα όμως δεν επέτρεψε αυτό να γίνει καθεστώς και τις απέλασε άμεσα. Το καλοκαίρι του 1944, μπήκαν από την Ιερισσό γυναικόπαιδα στην περιοχή της Μονής Εσφιγμένου ζητώντας προστασία, δηλώνοντας ότι κινδυνεύει η ζωή τους και θα αποχωρήσουν με την πρώτη ευκαιρία.

Η Μονή Εσφιγμένου τους συμπαραστάθηκε και τους βοήθησε να επιστρέψουν με βενζινόπλοιο στην Ιερισσό.

Ανάλογες αναφορές για προστασία γυναικόπαιδων στο Άγιον Όρος υπάρχουν και για την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Κάτι ανάλογο συνέβη το 1854. όταν ο Τσάμης Καρατάσος ξεσηκώθηκε κατά των Τούρκων και τότε τα γυναικόπαιδα από την Ιερισσό μπήκαν στο Άγιον Όρος για να προστατευθούν από τα τουρκικά αντίποινα.
Στις 16 Οκτωβρίου 1948, μια ομάδα ένοπλων ανδρών και γυναικών του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος έφτασαν ως την πρωτεύουσα του Αγίου Όρους, τις Καρυές, διά των όπλων για να προμηθευθούν τρόφιμα...

Ας δούμε τι γράφει ο Δ. Γ. Τσάμης στο βιβλίο του "Άγιο Όρος. Προσέγγιση στην Πρόσφατη Ιστορία του", (Θεσσαλονίκη 1986), παραθέτει μια άλλη εκδοχή. "Στις 16 Οκτωβρίου 1948, επιτέθηκε στις Καρυές τμήμα της VI Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού, που την αποτελούσαν 400 άνδρες και γυναίκες ένοπλες για να προμηθευθούν τρόφιμα. Από τις συμπλοκές με τους άνδρες της Χωροφυλακής υπέστη καταστροφές το κτίριο της Διοίκησης".

Επίσης στο "Αθωνικό Λεξικό" του Νίκου Πλατή, ο οποίος αναφέρεται ξεχωριστά σε μία από τις 13 γυναίκες (όπως γράφει) που έσπασαν το άβατο του Αγίου Όρους τότε, τη 17χρονη (το 1949), Ευγενία Πέγιου. Στρατολογήθηκε μαζί με άλλους όταν ο Δ.Σ.Ε. πέρασε από το χωριό της τη Μεγάλη Παναγιά Χαλκιδικής. Η διμοιρία της κατευθύνθηκε προς τη Μονή Ιβήρων.

Ένας αντάρτης που το επίθετό του ήταν Αλβανός, πήδηξε πάνω από την κύρια είσοδο της Μονής και άνοιξε την πόρτα της, καθώς οι καλόγεροι αρνούνταν να την ανοίξουν. Η Ε. Πέγιου ήταν οπλισμένη με ένα "Μάουζερ", δεν έριξε όμως ούτε μια σφαίρα. Σε συνέντευξή της στον Πάνο Μπαϊλη, στα "Νέα" (23/9/1999) είπε, μεταξύ άλλων: "Φοβόμουν πολύ την οργή της Παναγίας… Οι δικοί μου ήταν θεοσεβούμενοι. Ο πατέρας μου δούλευε στο Άγιον Όρος. Είναι αλήθεια ότι φοβήθηκα όπως φοβόμουν και μετά, μήπως μου συμβεί κάτι κακό. Άκουγες τόσα πολλά. Για τιμωρία της Παναγιάς, για θαύματα και όλα αυτά με επηρέαζαν".


Μια άλλη περίπτωση αναφέρεται στα 1953 και αφορά μια θαρραλέα Πόντια από τη Θεσσαλονίκη. Ιδού τι αναφέρει σχετικό ρεπορτάζ της εφημερίδας Εμπρός.

«Παρά τας επισήμους διαψεύσεις του υπουργού Βορείου Ελλάδος κ. Στράτου, αποκαλύπτομεν σήμερον ότι πράγματι παρεβιάσθη το άβατον του Αγίου Όρους. Τούτο όμως δεν συνέβη ως ανεγράφη υπό γυναικών-συνέδρων του Βυζαντινολογικού Συνεδρίου, αλλά υπό της νεαράς Μαρίας Ποιμενίδου 22 ετών, ήτις εισήλθεν μετά των συνέδρων, ντυμένη ανδρικά, παρέμεινεν επί τριήμερον, από την Παρασκευή 17-4-1953 έως και την Κυριακή 19 Απριλίου, επισκεφθείσα τας περισσοτέρας μονάς. Ως εδήλωσεν, από πολλού χρόνου είχεν σχεδιάσει την “καταπάτησιν του Αγίου Όρους” φλεγομένη υπό της επιθυμίας να ίδη αυτοπροσώπως κατά ποίον τρόπον διάγουν τον βίον οι μοναχοί».

Το εγχείρημα της Μαρίας Ποιμενίδου στάθηκε αιτία να ψηφιστεί δυο μήνες μετά, στις 12 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς, το Ν.Δ. 2623/1953 που προέβλεπε για τους παραβάτες φυλάκιση έως ενός έτους.

Άλλες περιπτώσεις αφορούν κυρίως ...πεισματάρες τουρίστριες που έχουν πλησιάσει με ταχύπλοα τον Άθω ...για να έχουν να λένε πως πάτησαν το Άβατον, έχοντας καταλήξει (συνήθως) να συλληφθούν από τις λιμενικές αρχές.

Σεβασμός του Άβατου


Την απαγόρευση εσέβοντο ακόμα και οι Τούρκοι αγάδες που άφηναν κατά τις επισκέψεις το χαρέμι τους στις Καρυές… «Άβατον, αδιόδευτον, ακατόπτευτον εις θήλεα πρόσωπα». Και βεβαίως αυτό δεν είχε σχέση με την υποτίμηση της γυναίκας, αλλά την προστασία και τον σεβασμό του μοναχισμού στους πειρασμούς.

Η Μοναστική Πολιτεία του Αγίου Όρους, το αυτοδιοίκητο και αυτόνομο τμήμα του ελληνικού κράτους, ανήκει πολιτικά στο υπουργείο Εξωτερικών και θρησκευτικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Σε αυτό το τμήμα υπάρχει το «άβατο», δηλαδή η απαγόρευση εισόδου γυναικών, από την εποχή του Ιουστινιανού και καθιερώθηκε με Νεαρά (νόμο) το 539: «… ουκ εισελεύσεται δε γυνή παντελώς εις ανδρικόν μοναστήριον, ούτε ανήρ εις γυναικείον».

Ο Άθως έγινε ελληνικό έδαφος το 1912. Η κυριαρχία της χώρας μας σ’ αυτό επικυρώθηκε με τη Συνθήκη της Λωζάνης (1923). Το 1924, η Ιερά Κοινότητα, ενέκρινε τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους, που επικυρώθηκε από την ελληνική πολιτεία το 1926. Σ’ αυτόν, δηλώνεται για πρώτη φορά ξεκάθαρα το άβατον, καθώς πριν το 1924 ήταν κάτι δεδομένο που ίσχυε πάντα και δεν αμφισβητήθηκε ποτέ. Οποιαδήποτε γυναίκα πατήσει το πόδι της στο Άγιο Όρος καταδικάζεται  αυτόματα σε ποινή φυλάκισης 2 ως 12 μηνών. Μετά την παραβίαση του άβατου από τη Μαρία Ποιμενίδου, εκδόθηκε το Ν.Δ. 2623/1953, που επαναλάμβανε τα παραπάνω.

Από το 1975, το θέμα του άβατου ήρθε πάλι στην επιφάνεια. Μετά την είσοδο της χώρας μας στην, τότε, Ε.Ο. στο όνομα της ισότητας των δύο φύλων, ζήτησαν τν κατάργησή του. Τέλος, το 2008, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Λίτσα Αμανατίδου και 5 ακόμα γυναίκες, στα πλαίσια διαμαρτυρίας για τις διεκδικήσεις μοναστηριών του Άθω, στη Χαλκιδική, παραβίασαν το άβατο και βρέθηκαν αντιμέτωπες με διαδικασία ποινικής δίωξης. Το γεγονός ότι αποδοκιμάστηκαν και από τη συντριπτική πλειοψηφία 400-500 κατοίκων της Χαλκιδικής που συμμετείχαν στην κινητοποίηση, μάλλον είναι το πιο ισχυρό επιχείρημα για όσους και όσες επιθυμούν τη διατήρηση του άβατου.

Τη συνταγματική κατοχύρωση του «αβάτου» σεβάστηκαν με κοινή τους δήλωση οι ΥπΕξ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με μοναδικές παραφωνίες τις γυναίκες υπουργούς εξωτερικών Σουηδίας και Φινλανδίας, αλλά και κάποιες ημέτερες ευρωβουλευτίνες, για να γίνουν γνωστές από το θόρυβο που προκαλούσαν… Ακόμα και το Ευρωκοινοβούλιο υιοθέτησε το «άβατο» με ψήφους 277 υπέρ, 255 κατά και 15 λευκές. Το τελευταίο αν και αναφέρεται στις παρακάτω πηγές δεν κατόρθωσα να το διασταυρώσω και να εντοπίσω την ημερομηνία της συνεδρίασης που «υιοθέτησε το «άβατο» με ψήφους 277 υπέρ, 255 κατά και 15 λευκές».

Πάντως κατά την υπογραφή της Συμφωνίας προσχώρησης της Ελλάδας στη ζώνη της Συμφωνίας του Σένγκεν (Συμφωνία του 1985 και Σύμβαση του 1990) στις 6 Νοεμβρίου 1992 στη Μαδρίτη, υιοθετήθηκε κοινή δήλωση σχετική με το Άγιον Όρος, η οποία έχει ως εξής:

"Αναγνωρίζοντας ότι το ειδικό καθεστώς του Αγίου Όρους, όπως το εγγυάται το άρθρο 105 του Ελληνικού Συντάγματος και ο Χάρτης του Αγίου Όρους, δικαιολογείται αποκλειστικά για πνευματικούς και θρησκευτικούς λόγους, τα συμβαλλόμενα μέρη θα φροντίσουν να λάβουν τούτο υπόψη τους κατά την εφαρμογή και την περαιτέρω επεξεργασία των διατάξεων της Συμφωνίας του 1985 και της Συμβάσεως του 1990."

Μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης του Άμστερνταμ την 1 Μαΐου 1999 και την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η εν λόγω δήλωση λειτουργεί πλέον σε επίπεδο δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων στο έδαφός της.

Πηγές :

Εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος
Νίκος Πλατής, «Αθωνικό Λεξικό», εκδ. Άγκυρα, 2000.
Γκράχαμ Σπικ, «ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ», εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ 2005.
Γιάννης Κορδάτος, «ΜΕΓΑΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ».
Άρθρο του Ι.Μ. Χατζηφώτη στο περιοδικό «Ιστορία