Τρίτη 30 Απριλίου 2019

Βασίλης Καρατζάς : ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ





ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Γράφει ο Βασίλης Καρατζάς

Το ρεμπέτικο μαζί με το δημοτικό τραγούδι, αποτελούν τη μουσική μας παράδοση. Είναι έκφραση του γνήσιου λαϊκού μας πολιτισμού και κλείνει μέσα του στοιχεία από την αρχαία ελληνική κοινωνία (διονυσιακά), από το Βυζάντιο  (μυστικιστικά)  και νεοελληνικά.

Μερικοί θέλοντας να κατηγορήσουν και να αμφισβητήσουν την αξία του ρεμπέτικου, προβάλλουν έναν αντιεπιστημονικό και σοβινιστικό ισχυρισμό, ότι τάχα είναι τουρκοφερμένο είδος και ότι εκφράζει την ψυχολογία των χασικλήδων, των αλητών κ.τ.λ. Ποιοί όμως είναι πραγματικά οι δημιουργοί του ρεμπέτικου και τί εκφράζει; Ο όρος ρεμπέτικο προέρχεται πιθανότατα από την τουρκική λέξη ρεμπέτ πού σημαίνει ατίθασος, ανυπότακτος στους κοινωνικούς νόμους. «Συναντιέται για πρώτη φορά στα σέρβικα ή τουλάχιστον γεννήθηκε στο έδαφος της Σερβίας, πιθανότατα ανάμεσα στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς του Κόσσοβο και θα πει αντάρτης. Την εκδοχή αυτή ενισχύει η συνεκφορά του όρου στα τούρκικα με το ασκέρ = στρατιώτης,   στρατιωτικό σώμα...»(1).

Στα πρώτα καφενεία των ελληνικών πόλεων (Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη,   Αθήνα,   Λάρισα   Σύρα,   Θεσσαλονίκη  κ.ά.),   πού  στην αρχή, είχαν πρότυπο τους το μάνι-καβέσι, ένα είδος καφενέ τούρκικου, αναπτύσσεται μια μουσική φόρμα μπολιασμένη από τη δημοτική μας μουσική. Οι χορευτικοί ρυθμοί δανείζονται από τους Σέρβους (αλέγκρο), Ρώσους (καζάσκα), Ζεϊμπέκηδες (ζεϊμπέκικο). Γι’ αυτό είναι σφάλμα να πιστεύουμε πώς το ρεμπέτικο είναι καθαρό δημιούργημα της τούρκικης κουλτούρας, πού ήρθε  στην   Ελλάδα με τη  μικρασιατική καταστροφή.

Ό Καρκαβίτσας έξαλλου καταγράφει το 1890 αρκετά ρεμπέτικα τραγούδια στο περιοδικό του Δροσίνη «ΕΣΤΙΑ» πού τραγουδιούνταν από τους φυλακισμένους του  Παλαμηδιού.

Φυσικά, πριν το 1922, το ρεμπέτικο ακούγονταν κύρια στις ταβέρνες όπου σύχναζε φτωχόκοσμος και στα καταγώγια και η εμβέλεια του ήταν περιορισμένη.

Μετά   τη   μικρασιατική  καταστροφή  όμως,  νέες  κοινωνικοοικονομικές συνθήκες δημιουργούνται. Οι πρόσφυγες φεύγοντας ξεριζωμένοι από τη Μικρά Ασία, ενσωματώθηκαν στον πληθυσμό της Ελλάδας, κατακλύζοντας κατά κύριο λόγο τα αστικά κέντρα, Αθήνα, Πειραιά, Βόλο, Θεσσαλονίκη, Σύρα κλπ. Η οικονομία της χώρας μας, στην εποχή για την οποία μιλούμε, βρίσκονταν σε χαμηλά επίπεδα και οι ρυθμοί ανάπτυξης της αργοί εξαιτίας της  ξένης εξάρτησης  και αδυναμίας της ντόπιας  αστικής  τάξης.

Έτσι η προσφυγιά, εκτός ελάχιστου τμήματος, μη μπορώντας να ενταχθεί στις παραγωγικές δυνάμεις, άρχισε να ασχολείται με παρασιτικά επαγγέλματα ή να καταλήγει ταξικά στο περιθώριο (λούμπεν προλεταριάτο).

Εδώ δεν πρέπει να συγχέουμε τους όρους αυτούς με τη σημασία πού έχουν σήμερα και ούτε να καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το οργανωμένο λαϊκό κίνημα την εποχή εκείνη δεν υπήρχε. Παρά τις δύσκολες συνθήκες και τη ρευστότητα των πολιτικοϊδεολογικών σχημάτων, μόλις έχει συσταθεί το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, πού ιδεολογικά εκφράζει την εργατική τάξη και γενικά  τα φτωχά  στρώματα της ελληνικής  κοινωνίας.

Το ρεμπέτικο σιγά σιγά αρχίζει να σπάει τα όρια της κάστας και να μπαίνει στις ταβέρνες των συνοικιών. Εκεί ζυμώνεται με τους καημούς και τα όνειρα των προλεταριακών μαζών, αφομοιώνει περισσότερα στοιχεία της δημοτικής μας μουσικής και τελικά παίρνει τη φόρμα με την οποία ξαπλώνεται θυελλώδικα μέχρι το   1950-55.

ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ  ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΑΝ ΟΙ  ΡΕΜΠΕΤΕΣ


Αρχικά τα ρεμπέτικα τραγούδια συνοδεύονταν από διάφορα όργανα: ούτι, σαντούρι, βιολί, τσέμπαλο, μπαγλαμά και μπουζούκι. Μέσα σε λίγο όμως διάστημα απόμειναν μόνο το μπουζούκι (κύρια) και ο μπαγλαμάς (κατά δεύτερο λόγο), εκφραστές τους. Τον μπαγλαμά τον χρησιμοποιούσαν οι φυλακισμένοι, γιατί ήταν μικρός και μπορούσε εύκολα να κρυφτεί απ' τους φύλακες.

Εδώ πάλι έχουμε μερικούς πού υποστηρίζουν ότι το μπουζούκι είναι τούρκικο όργανο. Μα αυτό σκοπιμότητες μάλλον εξυπηρετεί και δεν είναι συμπέρασμα επιστημονικό. «Το μπουζούκι είναι ένα δημοτικό μουσικό όργανο (instrument folklorigue) δεμένο με την ελληνική παράδοση. Ένα από τα πιο παλιά μουσικά μας όργανα. Και το συναντούμε με διαφορετικά φυσικά ονόματα, τόσο στην αρχαία Ελλάδα όσο και στη Βυζαντινή. Η αρχή του βρίσκεται στους προελληνικούς πολιτισμούς (Αίγυπτο, Ασσυρία, Κίνα, Ινδία). Στην Αίγυπτο, χρησιμοποιείται, με τον ίδιο αυτό συγκεκριμένο μορφολογικό τύπο, ήδη από τη 2η χιλιετηρίδα π.Χ.,  το ίδιο και στην   Άσσυρία».(2)

Στην αρχαία Ελλάδα ήταν γνωστό με την ονομασία πανδουρίς ή πανδούρα  ή  τρίχορδον. (3)

ΤΟ  ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΜΕΤΑ  ΤΟ   1930


Τό ρεμπέτικο μετά το 1930 εξελίσσεται ραγδαία. Εμφανίζονται ταλαντούχοι σύνθετες πού τελειοποιούν τη μουσική του φόρμα και το στίχο. Τώρα πια γίνεται τραγούδι πού ακούγεται από τα πλατιά στρώματα του λαού, περιγράφει τα σύγχρονα προβλήματα του. 'Η δικτατορία όμως του Μεταξά έρχεται να φρενάρει αυτή την ανάπτυξη, και το ρεμπέτικο γνωρίζει για πρώτη φορά τόσο  λυσσασμένη δίωξη.

Μερικοί απ' τους ρεμπέτες κάτω απ’ αύτη τη δίωξη τρυπώνουν στα ύποπτα καταγώγια, και ορισμένοι απ’ αυτούς θα καταντήσουν τελικά εκφραστές της ψυχολογίας του μαυραγορίτη, του ταγματασφαλίτη και του κάθε λογής  αλήτη της κατοχής.

Παράλληλα όμως με το ξεστράτισμα αυτό, την ίδια εποχή αναπτύσσεται και μια άλλη τάση. Την εκφράζει η πλειονότητα των δημιουργών του ρεμπέτικου, πού αντιτάσσονται στη μεταξική δικτατορία, και στις δυνάμεις κατοχής,  με υπαινιγμούς φυσικά στους στίχους τους.

Κυριότεροι συνθέτες του ρεμπέτικου αντιστασιακού τραγουδιού ήταν οι Βαμβακάρης, Τσιτσάνης και  Γενίτσαρης.

«Πενθοφορεί η   Αγιά Σοφιά - Παλιά και Νέα Κοκκινιά
κλάψε και σύ  τώρα  ντουνιά - πιασαν  το Στέλιο   τα σκυλιά
τον πιάσαν γερμανόφιλοι - και ταγματασφαλίτες,
τον Στέλιο  τον Καρδάρα μας - στο Ρέντη οι αλήτες...»

Μετά τη λήξη του εμφύλιου πολέμου λύνονται τα χέρια των συνθετών, γράφονται νέα τραγούδια για την εργατιά, για τη δουλειά, τη φάμπρικα, και την ελληνική λεβεντιά.

Ύστερα από ένα ταξίδι και μια έρευνα για το ρεμπέτικο τραγούδι στην Ελλάδα, η  Αυστραλέζα μουσικολόγος  Γκαίηλ  Χόλστ έγραψε:

«Όλα μαζί θύμιζαν άλλοτε το φλαμέγκο, άλλοτε το μπλουζ κι άλλοτε την τούρκικη ή αραβική μουσική. Και ή μουσική αυτή είχε κι άλλα στοιχεία πέρα απ ' αυτά, άσχετα με οποιαδήποτε άλλη...».

ΟΙ  ΚΥΡΙΟΤΕΡΟΙ ΔΗΜΙΟΤΡΓΟΙ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ


Εϊτζερίδης, Δραγατσάκης, Μαρίνος, Σκαρβέλης, Νταλγκάς, Στράτος, Περπινιάδης, Μάθεσης, Σκριβάνος, Ρούκουνας, Παπαϊωάννου, Βαμβακάρης, Χατζηχρήστος, Ροβερτάκης, Γενίτσαρης, Μπαγιαντέρας, Δελιάς, Τσιτσάνης κ.ά.

Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε επίσης, πώς υπάρχουν αρκετά τραγούδια ρεμπέτικα πού οι συνθέτες τους είναι άγνωστοι.

===
1. Τάσος  Βουρνάς, «'Επιθεώρηση  Τέχνης».   Απρίλιος  1961
2. Fr.   Behn.   Die   Laute   in   Altertum   und   Fruhen   Mittelalter   (Zeitschrift   fur Musikwissenschaft  1918).
3. Φοίβος Ανωγειανάκης. - 'Επιθεώρηση Τέχνης»,  Ιούλιος 1961.-- Th. Reinach. La Guittare dans l'  art grec  (Revue  des etudes grecques,  1896).

Πηγή:

ΟΡΦΕΑΣ - ΔΙΜΗΝΗ   ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ  ΟΜΙΛΟΥ ΟΡΦΕΑΣ ΣΕΡΡΩΝ
τ. 7, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1982

Δεν υπάρχουν σχόλια: